Τὸ Ὄρεγον (ἀγγλιστί: Oregon /ˈɒr(ɪ)ɡən/) ἐστὶ πολιτεία τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν τῆς Ἀμερικῆς ἧς ἡ μητρόπολις ἡ Σαλήμ.
Πολιτεία τοῦ Ὀρέγου
State of Oregon | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Ἐπωνυμία(ι):
The Beaver State (Πολιτεία τοῦ Κάστορος) Ἐπίγραμμα: Alis volat propriis | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Ἱστοσελίς: |
Γεωγραφία
editὍροι
editΓειτνιάει τῷ νότῳ τῇ Καλιφορνίᾳ καὶ τῇ Χιονώδει, τῇ ἄρκτῳ τῇ Οὐασιγκτῶνι, τῇ ἀνατολῇ τῷ Ἰδάῳ καὶ τῇ ἑσπέρᾳ τῷ Εἰρηνικῷ Ὠκεανῷ.
Πινακοθήκη
edit-
Τὸ Mt. Hood
-
Πίναξ πλήθους τοῦ Ὀρέγου
-
Τὸ ἐνυδρίον τοῦ Νεολιμένος
-
Ὅραμα τῆς Λιμενίας
Πηγαί
edit- ↑ "Governors", National Governors Association
- ↑ "Appendix B: Two–Letter State and Possession Abbreviations", pe.usps.com
- ↑ "State Area Measurements and Internal Point Coordinates", census.gov
- ↑ "Elevations and Distances in the United States", United States Geological Survey
- ↑ "Annual Estimates of the Resident Population for the United States, Regions, States, and Puerto Rico: April 1, 2010 to July 1, 2019"
Σύνδεσμοι Ἐξώτεροι
edit
|
Ἰδὲ τὰς εἰκόνας καὶ τὰ κοινὰ τὰ ἄλλα περὶ τοῦ Ὀρέγου |
Πολιτεῖαι | Ἀλαβᾶμα • Ἀλάσκα • Άνθεμόεσσα • Ἀρισῶνα • Ἀρκανσία • Αὑαΐα • Βόρειος Δακῶτα • Βόρειος Καρολῖνα • Γεωργία • Γῆ Μαριάμ • Δελαυέρη • Δυτικὴ Οὐιργινία • Ἴδαον • Ἰλλινοισία • Ἰνδιάνη • Ἴουα • Καλιφορνία • Κανσία • Κενομανία • Κεντακία • Κολωρᾶδον • Κοννεκτικούτη • Λουδοβικία • Μασσαχουσέττη • Μιννεσῶτα • Μισιγάνη • Μισσισσιππία • Μισσουρία • Νέα Ἁντωνία • Νέα Καισάρεια • Νεβρᾶσκα • Νέον Ἐβόρακον • Νέον Μεξικόν • Νότιος Δακῶτα • Νότιος Καρολῖνα • Ὀῗον • Ὄρεγον • Ὀρεινή • Οὐασιγκτών • Οὐιομίνη • Οὐιργινία • Οὐισκωνσινία • Οὔτα • Πενσυλουανία • Ῥοδόνησος • Τεννεσσεία • Τεξία • Χιονώδης • Χλωρὸν Ὄρος • Ὠκλαῶμα | |
---|---|---|
Ὁμόσπονδος Δῆμος | Οὐασιγκτών (Δ.Κ.) | |
Κτήσεις | Ἀμερικανικαὶ Παρθένοι Νῆσοι • Ἀμερικανικὴ Σαμόα • Βόρειοι Μαριᾶναι Νῆσοι • Γουάμη • Πλουσιολιμήν |
Ἥδε ἡ ἐγγραφὴ περὶ γεωγραφίας δεῖ παρεκτενεῖσθαι . Βοηθεῖτε μετὰ τῆς ὑμετέρας εἰσφορᾶς τῇ ἐργασίᾳ ταύτῃ. |