Wt/grc/Γαλάται

< Wt | grc
Wt > grc > Γαλάται

Ἀρχαία ἑλληνικὴ

edit

Ουσιαστικόν

edit

Γαλάται

  1. (χριστιανισμός) ένα βιβλίο τῆς Καινῆς Διαθήκης, αποτελούμενο απόν ἕξι κεφάλαια.

Μεταφράσεις

edit