Wt/grc/Ἠσαΐας

< Wt | grc
Wt > grc > Ἠσαΐας

Ἀρχαία ἑλληνικὴ

edit

Ουσιαστικόν

edit

Ἠσαΐας αρσενικόν

  1. (θρησκεία) είκοσι τρίτο βιβλίο τῆς Βίβλου, ποῦ αποτελείται απόν ἑξήντα ἕξι κεφάλαια.
  2. τὸ όνομα τοῦ προφήτη ποῦ προειδοποίησε τον Εζεκία για τῆ θνητή ασθένειᾶ τοῦ και τὸ θαύμα τοῦ προσθέτοντας δεκαπέντε χρόνια στῆ ζωῆ τοῦ.

Μεταφράσεις

edit