Home
Random
Nearby
Log in
Settings
Donate
About Wikimedia Incubator
Disclaimers
Search
Wt
/
grc
/
ἅγιος
Language
Watch
Edit
<
Wt
|
grc
Wt
>
grc
>
ἅγιος
Ἀρχαία ἑλληνικὴ
edit
Επίθετο
edit
ἅγιος
(θρησκεία): ποῦ έχει σχέση με τὸ
Θεό
τὸ
Ἅγιο
Πνεύμα
ποῦ έχει ζήσει τῆ ζωῆ τοῦ σύμφωνα με τῖς οδηγίαι τῆς θρησκείας τοῦ
ο
Ἅγιος
Κωνσταντίνος, ῆ
Ἁγία
Ελένη
ποῦ είναι πολύ καλός και ήρεμος
είναι
ἅγιος
άνθρωπος
Μεταφράσεις
edit
Wt/grc/ἅγιος
αγγλικὴ :
holy
(1),
saint
(2, 3)
γαλλικὴ :
saint
γερμανικὴ :
heilige
ἰσπανικὴ :
santo
ιταλικὴ :
santo
πορτογαλικὴ :
santo