Wp/grc/Πούς

< Wp | grc
Wp > grc > Πούς

πούς (Ῥωμαϊστὶ pes) πολυδάκτυλον μέρος τοῦ σώματός ἐστιν.

Οἱ γυναικός τινος πόδες

Ἐξωτερικοὶ σύνδεσμοι

edit
 
Ἴδε τὰς εἰκόνας καὶ τὰ κοινὰ τά ἄλλα περὶ