Wp/grc/Πλατάνιστος

< Wp | grc
Wp > grc > Πλατάνιστος

πλατάνιστος (Ῥωμαϊστὶ platanus) φυτόν ἐστιν.

Ὁ πλατάνιστος

Ἐξωτερικοὶ σύνδεσμοι

edit
 
Ἴδε τὰς εἰκόνας καὶ τὰ κοινὰ τά ἄλλα περὶ