Τὸ Μάϊνινγκεν (Γερμανιστί: Meiningen, Ῥωμαϊστί: Mainingia) πόλις ἱστορική ἐστίν ἐν τῇ μεσημβρίᾳ τῆς Θουριγγίας κειμένη εἰς τὴν δεξιάν όχθην τοῦ Βέρρας, 286-299 μέτρα πάνω ἀπό τῆς ἐπιφανείας τῆς θαλάσσης. Τῇ 31 Δεκεμβρίου 2014 είχε 21.072 κατοικούντων. Τὸ παλαιότερον τμήμα τῆς πόλεως τὸ τῇ 5 Σεπτεμβρίου τοῦ 1874 κεκαύμενον ύστερον μάλλον εὐρύχωρον εγένετο. Νῦν δίδωσι πάλιν μητροπολιτικήν αίσθησην.
Ἀξιοθέατα
editΠρέπει καταγράφεσθαι πρώτον τὸ παλαιόν καὶ ἀποκατιστάμενον Κεντρικόν προτεσταντικόν ἱερόν σῦν δυοίν πύργοις, οὗ τὴν κατασκευήν ὁ αὐτοκράτωρ Ερρίκος Β' έκαμνε. Ἐκ τούτου, τὸ άγαλμα τοῦ αὐτοκράτορος ἐπί τοῦ ὀμόρφου ἀναβρυτηρίου τῆς ἀγοράς στέκεται. Άλλα δώματα λατρείας εἰσιν έτι δύο άλλοι προτεσταντικοὶ καὶ εἷς καθολικός ναός. Έως τοῦ έτοθς 1938 ἦν καὶ συναγωγή. Τὸ μάλιστα ἐντυπωσιακόν οίκημα εἰς τὴν πόλιν ἐστίν τὸ Ανάκτορον τῆς Ἐλίσαβετ/Elisabethenburg, μέγαρα τῶν δούκων, ἐν οἷς περιλαμβάντοναι τὸ ἀρχείο "Hennebergisches Archiv", ἐκκλησία, πινακοθήκη, νομισματική συλλογή καὶ βιβλιοθήκη 44.000 τόμων.
Γνωστόν ἐστίν καὶ τὸ θέατρον. Έτι δύνασαι ἰδείν δύο παλάτια πριγκιπικά, τὸ νέον δημαρχείον (ἐπί τὴν κεντρικήν ἀγοράν), τὸν μέγαν Ἀγγλικόν κήπον οὐ μακρώς ἀπό τοῦ σιδηροδρομικού σταθμού ὄν, τὴν πριγκιπικήν κρύπτην καὶ τὸ κήπον αμφί τὸ ἀνάκτορον, πράγματι ὠράιον κόσμημα τοῦ άστεως. Υπάρχουσιν καὶ μνημεία τοῦ δουκός Bernhard Erich Freund, τοῦ Jean Paul, τοῦ Brahms καὶ τοῦ Ludwig Otto.
Οἰκονομικά καὶ διοίκησις
editἩ βιομηχανία οὐκ ἐστίν μεγάλη, ἀλλά ὑπάρχουσιν ἢ ήσαν ἐργαστήρια τῶν μηχανημάτων καὶ τῆς μεταλλικής κατασκευής, δόμοι τῆς γραφικής τέχνης καὶ τῆς τυπογραφίας. Ἐν τῷ Μάϊνινγκεν ἐστιν καὶ μέγα ἐργαστήριοω σιδηροδρόμων. Ύπερ τῶν σιδηροδρομικών μεταφορών αύτη ἡ πόλις ἐστίν σημαντική άμμα τῶν γραμμών ἐκ τῆς Βαυαρίας, τῆς Ἐρφούρτης καὶ τοῦ Ἄϊζεναχ ούσα.
Τὸ Μάϊνινγκεν έδρα περιφερειακού δικαστηρίου καὶ διαφορετικών ἑταιριών (π.χ. τῶν Ἐρευνητών τῆς ἀρχαιότητος, τῶν οπωρολόγων) ἐστιν καί έχει πολλά σχολεία.
Γεογραφικά καὶ ἱστορικά
editΠλησίον τῆς πόλεως τὸ όρος Herrenberg μετά δάσους ἐστίν, ὅποιον δίδωσι είσοδον εἰς τὸ ἐν έτεσι ἀπὸ τοῦ 1836 μέχρις τοῦ 1840 κτισθέντος κάστρου Landsberg.
Τὸ άστυ ἐν έτει 1008 ήλθε εἰς τὸ κτήμα μόνής τινός ἀπό τῆς Ἑρβιπόλεως. Ἀνταλλαγή γεωγραφικὴ ἐγένετο μόνον ἐν έτει 1542 ἀντί τοῦ Mainberg τοῦ ἐγγύς τῷ Σβάινφουρτ. Ἐν έτει 1543/44 εἰσήχθη εἰς τήνδε τὴν χώραν ἡ καλουμένη Μεταρρύθμισις. Μετά τὸν θάνατον τοῦ τελευταίου κόμιτος τῶν Henneberg, Γεώργου Ἐρνέστου (1583), έπεσε καὶ ἡ πόλις καὶ ἡ ἀμφί ἐπαρχία εἰς τας χείρας τῶν δούκων τῶν Ἐρνεστινίδων τῆς Σαξονίας. Τοῦ Τριακονταετούς πολέμου οἱ κατοικούντες πτωχοί ἐγένοντο. Ἐκ τοῦ διαμερίσματος τοῦ έτους 1660 τὸ Μάϊνινγκεν έπεσε εἰς τὰ κτήματα τῆς δυναστειάς Sachsen-Altenburg καὶ, μετά τὴν ἐξαφανισιν ταύτης τῆς γραμμής, εἰς τοὺς άρχοντας τοῦ Sachsen-Gotha ηγημόνος τοῦ Ερνέστου τοῦ Ευσεβούς. Ἐν έτει 1680 ὁ δουξ Βερνάρδος Α' μετεκινησε τὴν κατοικίαν ἀπό τοῦ Ichtershausen εἰς τὸ Μάϊνινγκεν. Τότε καὶ ἱδρύθη τὸ Ἀνάκτορον Ελισάβετ.
Πηγαί
editMeyers Großes Konversations-Lexikon, τόμος 13, Λειψία 1908, σ. 554-555, ὁ αναγιγνώσκεται τῇδε.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
edit
|
Ἰδὲ τὰς εἰκόνας καὶ τὰ κοινὰ τὰ ἄλλα περὶ τοῦ Μάϊνινγκεν |